στανύω

From LSJ
Revision as of 18:20, 23 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

Μὴ πρὸς τὸ κέρδος πανταχοῦ πειρῶ βλέπειν → Noli perpetuo vertere oculos ad lucrumGewinnsucht habe nirgendwo allein im Blick

Menander, Monostichoi, 364
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στανύω Medium diacritics: στανύω Low diacritics: στανύω Capitals: ΣΤΑΝΥΩ
Transliteration A: stanýō Transliteration B: stanyō Transliteration C: stanyo Beta Code: stanu/w

English (LSJ)

Cret. for ἵστημι:—Med., πόλιν στανυέσθων let them appoint an umpire city, GDI5040.66.

German (Pape)

[Seite 929] kretisch statt ἵστημι, Inscr.

Greek (Liddell-Scott)

στανύω: Κρητ. ἀντὶ ἵστημι. - Μέσ., στανύεσθαι πόλιν Ἐπιγραφ. Κρητ. ἐν Συλλ. Ἐπιγρ. 2556, ἴδε Böckh σ. 416.

Greek Monolingual

Α (το μέσ.) στανύομαι
ορίζω ως διαιτητή.
[ΕΤΥΜΟΛ. Παρλλ. τ. του ἵστημι που μαρτυρείται σε κρητική επιγραφή και είτε αποτελεί αρχαίο τ. (πρβλ. αβεστ. fra-stan-v-anti «προΐστανται») είτε αναλογικό σχηματισμό από ενεστ. σε -ύω (πρβλ. ανύω)].