μέρεια

From LSJ
Revision as of 03:45, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

ἑτέρως ἠδύνατο βέλτιον ἢ ὡς νῦν ἔχει κατεσκευάσθαι → otherwise they could have been constructed better than they are now (Galen, On the use of parts of the body 4.143.1 Kühn)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μέρεια Medium diacritics: μέρεια Low diacritics: μέρεια Capitals: ΜΕΡΕΙΑ
Transliteration A: méreia Transliteration B: mereia Transliteration C: mereia Beta Code: me/reia

English (LSJ)

ἡ, = μερίς, Tab.Heracl.1.18,85: glossed by φυλῆς μέρος ἐκ δέκα τρι<ακ>άδων συνεστός, Hsch.

Greek (Liddell-Scott)

μέρεια: ἡ, = μερίς, Ἡρακλεωτ. Πίνακ. ἐν Συλλ. Ἐπιγρ. 5774. 18, 85· - καθ’ Ἡσυχ.: «φυλῆς μέρος ἐκ δέκα τριακάδων συνεστώς».

Greek Monolingual

μέρεια, ἡ (Α)
1. μερίδα
2. (κατά τον Ησύχ.) «φυλῆς μέρος ἐκ δέκα τρι(ακ)άδων συνεστός».
[ΕΤΥΜΟΛ. Κατ' απόσπαση από συνθ. σε -μέρεια (πρβλ. πολυμερής > πολυμέρεια)].