μηροτυπής

From LSJ
Revision as of 04:20, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → for extreme diseases, extreme methods of cure, as to restriction, are most suitable (Corpus Hippocraticum, Aphorisms 1.6.2)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μηροτῠπής Medium diacritics: μηροτυπής Low diacritics: μηροτυπής Capitals: ΜΗΡΟΤΥΠΗΣ
Transliteration A: mērotypḗs Transliteration B: mērotypēs Transliteration C: mirotypis Beta Code: mhrotuph/s

English (LSJ)

ές, striking the thigh, κέντρον AP9.274 (Phil.).

German (Pape)

[Seite 178] ές, die Schenkel schlagend, stechend, κέντρον, Philp. 59 (IX, 274).

Greek (Liddell-Scott)

μηροτῠπής: -ές, ὁ τύπτων τὸν μηρόν, κέντρον Ἀνθ. Π. 9. 274.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
qui frappe la cuisse.
Étymologie: μηρός, τύπτω.

Greek Monolingual

μηροτυπής, -ές (Α)
αυτός που χτυπάει τους μηρούς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μηρός + -τυπής (< τύπτω «χτυπώ» πρβλ. πλευροτυπής, χειροτυπής].

Greek Monotonic

μηροτῠπής: -ές (τύπτω), αυτός που χτυπά τον μηρό, σε Ανθ.

Russian (Dvoretsky)

μηροτῠπής: колющий в бедро (κέντρον Anth.).

Middle Liddell

μηρο-τῠπής, ές τύπτω
striking the thigh, Anth.