μικροδοσία

From LSJ
Revision as of 04:35, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

Πρόσεχε τῷ ὑποκειμένῳ ἢ τῇ ἐνεργείᾳ ἢ τῷ δόγματι ἢ τῷ σημαινομένῳ. → Look to the essence of a thing, whether it be a point of doctrine, of practice, or of interpretation.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μικροδοσία Medium diacritics: μικροδοσία Low diacritics: μικροδοσία Capitals: ΜΙΚΡΟΔΟΣΙΑ
Transliteration A: mikrodosía Transliteration B: mikrodosia Transliteration C: mikrodosia Beta Code: mikrodosi/a

English (LSJ)

ἡ, giving small presents, stinginess, Plb.5.90.5.

German (Pape)

[Seite 184] ἡ, das Geben kleiner Geschenke, die kleine Gabe, Pol. 5, 90, 5.

Greek (Liddell-Scott)

μῑκροδοσία: ἡ, = μικρὰ δόσις, τὸ νὰ δίδῃ τις μικρὰ δῶρα, φιλαργυρία, φειδωλία, Πολύβ. 5. 90, 5· πρβλ. μικροληψία.

Greek Monolingual

μικροδοσία, ἡ (Α)
το να δίδει κανείς μικρά δώρα, φιλαργυρία, φειδωλία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μικρ(ο)- + -δοσία (< -δότης < δίδωμι), πρβλ. αιμοδοσία, μισθοδοσία].

Russian (Dvoretsky)

μῑκροδοσία:мелкие подарки Polyb.