ἐνήδομαι
τὸ κακὸν δοκεῖν ποτ' ἐσθλὸν τῷδ' ἔμμεν' ὅτῳ φρένας θεὸς ἄγει πρὸς ἄταν → evil appears as good to him whose mind the god is leading to destruction (Sophocles, Antigone 622f.)
English (LSJ)
Pass., rejoice in, τινί Mich. in EN532.4, Sch.Il.8.51, Hsch.: abs., Gal.16.566.
German (Pape)
[Seite 840] sich daran, darüber freuen, Schol. Il. 8, 51 u. a. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἐνήδομαι: παθ., ἥδομαι ἔν τινι, εὐχαριστοῦμαι εἴς τι, Σχόλ. Ἰλ. Θ. 51, καθ’ Ἡσύχ.: «ἐνήδοιτο· ὠφελοῖτο, χαίροι, φαιδροῖτο».
Spanish (DGE)
disfrutar, estar contento, regocijarse op. ὀργίζεσθαι Gal.16.566, cf. Hsch., c. dat. o giro prep. τῷ τῶν καθ' ἡμῶν λοιδοριῶν λόγῳ Origenes Cels.3.55, τοῖς πάθεσι χαίρων καὶ ἐνηδόμενος Anecd.Ludw.15.15, cf. Mich.in EN 532.4, Sch.Er.Il.8.51, ἐπ' αὐτοῖς Basil.M.30.93A.
Greek Monolingual
ἐνήδομαι (Α) ήδομαι
χαίρω, αισθάνομαι ηδονή και ευχαρίστηση με κάτι («ταῖς θείαις καλλοναῑς ἐνηδόμενος», Μηναία).