ἐπικαρπίδιος

From LSJ
Revision as of 07:40, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

ἆρ' ἐς τὸ κάλλος ἐκκεκώφηται ξίφη → can it be that her beauty has blunted their swords, can it be that their swords are blunted at the sight of her beauty

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπικαρπίδιος Medium diacritics: ἐπικαρπίδιος Low diacritics: επικαρπίδιος Capitals: ΕΠΙΚΑΡΠΙΔΙΟΣ
Transliteration A: epikarpídios Transliteration B: epikarpidios Transliteration C: epikarpidios Beta Code: e)pikarpi/dios

English (LSJ)

[ῐδ], ον, on fruit, χνοῦς AP9.226 (Zon.).

German (Pape)

[Seite 946] auf der Frucht, μήλων χνοῦς Zon. 6 (IX, 226).

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
qui est sur le fruit.
Étymologie: ἐπί, καρπός.

Greek Monolingual

ἐπικαρπίδιος, -ον (Α)
αυτός που γίνεται ή εμφανίζεται πάνω στην επιφάνεια τών καρπών («χνοῦν ἐπικαρπίδιον», Ανθ. Παλ.).

Greek Monotonic

ἐπικαρπίδιος: -ον (καρπός), αυτός που γίνεται πάνω στον καρπό, σε Ανθ.

Russian (Dvoretsky)

ἐπικαρπίδιος: (πῐ) находящийся на плодах, покрывающий плоды (χνοῦς Anth.).

Middle Liddell

ἐπι-καρπίδιος, ον καρπός
on fruit, Anth.