Πυθοχρήστης
From LSJ
ὦ διάνοια, ἐὰν ἐρευνᾷς τοὺς ἱεροφαντηθέντας λόγους μὲν θεοῦ, νόμους δὲ ἀνθρώπων θεοφιλῶν, οὐδὲν ταπεινὸν οὐδ᾽ ἀνάξιον τοῦ μεγέθους αὐτῶν ἀναγκασθήσῃ παραδέχεσθαι → if, O my understanding, thou searchest on this wise into the oracles which are both words of God and laws given by men whom God loves, thou shalt not be compelled to admit anything base or unworthy of their dignity
English (LSJ)
ου, Dor. Πυθοχρήστας, ὁ, (χράω) sent by the Pythian oracle, φυγάς A.Ch.940 (lyr., sed leg. -τος).
French (Bailly abrégé)
ου (ὁ) :
inspiré, envoyé par la Pythie.
Étymologie: Πυθώ, χράω.
Greek Monotonic
Πῡθοχρήστης: Δωρ. -τας, ὁ (χράω), αυτός που πέμπεται, δίνεται, στέλνεται από το Πυθικό μαντείο, σε Αισχύλ.