θύρασιν

From LSJ
Revision as of 09:56, 8 September 2022 by Spiros (talk | contribs)

Ζευχθεὶς γάμοισιν οὐκέτ' ἔστ' ἐλεύθερος → Haud liber ultra est, nuptiae quem vinciunt → Wer durch der Ehe Joch vereint, ist nicht mehr frei

Menander, Monostichoi, 197
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θύρᾱσιν Medium diacritics: θύρασιν Low diacritics: θύρασιν Capitals: ΘΥΡΑΣΙΝ
Transliteration A: thýrasin Transliteration B: thyrasin Transliteration C: thyrasin Beta Code: qu/rasin

English (LSJ)

θύρασι, θύρασιν [ῠ], Adv., (θύρα)
A at the door, without, Ar.V.891,Pax 942, 1023,al.
2 abroad (written θύραισι in codd.), E.El.1074, S. OC401.

French (Bailly abrégé)

c. θύρασι.

Greek Monolingual

θύρασι (θύρασιν) (Α) θύρα
επίρρ.
1. έξω, στην πόρτα, εμπρός στην πόρτα
2. έξω από το σπίτι ή από τη χώρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Τοπική πτώση του θύρα με σημασία τοπικού επιρρ.].