διπόταμος

From LSJ
Revision as of 11:11, 1 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")

εἰ πλείονα δ' εἰδείης Σισύφου → if you were more intelligent than Sisyphus

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διπότᾰμος Medium diacritics: διπόταμος Low diacritics: διπόταμος Capitals: ΔΙΠΟΤΑΜΟΣ
Transliteration A: dipótamos Transliteration B: dipotamos Transliteration C: dipotamos Beta Code: dipo/tamos

English (LSJ)

ον, between two rivers, πόλις E.Supp.621 (lyr.).

Spanish (DGE)

(δῐπόταμος) -ον que tiene dos ríos πόλις E.Supp.621.

Greek (Liddell-Scott)

δῐπότᾰμος: -ον, ὁ μεταξὺ δύο ποταμῶν, πόλις Εὐρ. Ἱκέτ. 621· πρβλ. διθάλασσος.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
baigné par deux fleuves.
Étymologie: δίς, ποταμός.

Greek Monotonic

δῐπότᾰμος: -ον, αυτός που βρίσκεται μεταξύ δύο ποταμών, σε Ευρ.

Russian (Dvoretsky)

διπότᾰμος: двуречный, омываемый двумя реками (πόλις Eur.).

Middle Liddell

δῐ-πότᾰμος, ον adj
between two rivers, Eur.