βούπρῳρος

Revision as of 12:11, 1 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")

English (LSJ)

ον, (πρῷρα)
A ox-headed, with the forehead of an ox or with the face of an ox, S.Tr.13 (ap.Str.10.2.19; Laur. Ms. βούκρανος); β. πρόσωπα Philostr. Jun.Im.4.
II βούπρῳρος ἑκατόμβη = offering of 100 sheep and one ox, SIG604.8 (Delph., ii B. C.), Plu.2.668c, Hsch.; βούπρῳρος θυσία Delph.3(2).66; ἔπεμψαν Κεῖοι δωδεκηΐδα β. ταῦρον Dürrbach Choix d' Inscriptions de Délos p.183 (ii A. D.).

Spanish (DGE)

-ον
1 de delantera o frente de toro S.Tr.13 (var.), Trag.Adesp.587b, πρόσωπα Philostr.Iun.Im.4.1, cf. Hsch.
2 iniciado con el sacrificio de un toro ἑκατόμβα SIG 604.8 (Delfos II a.C.), Plu.2.668c, ἔπενψαν Κεῖοι τὴν δωδεκηΐδα βούπρῳρον ταῦρον enviaron los de Ceos el sacrificio de doce animales encabezado por un toro, ID 2539 (II d.C.), θυσία FD 2.66.19 (I a.C.)
sacrificio de cien ovejas y un toro Paus.Gr.β 16, Hsch.

Greek (Liddell-Scott)

βούπρῳρος: -ον, (πῷρα) ὁ ἔχων μέτωπονπρόσωπον βοός, Σοφ. Τρ. 13 (κατὰ Στράβ., τὸ Λαυρ. χφον βούκρανος). ΙΙ. βούπρ. ἑκατόμβη, προσφορά, θυσία 100 προβάτων καὶ ἑνὸς βοὸς προπορευομένου (ἢ 99 προβάτων καὶ ἑνὸς βοὸς προπορευομένου), Πλούτ. 2. 668C. Πρβλ. βόαρχος.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
1 à face de bœuf;
2 dont la première victime (càd la victime qui marche en tête) est un bœuf.
Étymologie: βοῦς, πρῷρα.

Greek Monotonic

βούπρῳρος: -ον (πρῷρα), αυτός που έχει μέτωπο ή πρόσωπο βοδιού, σε Σοφ.

Russian (Dvoretsky)

βούπρῳρος:
1) с бычачьей головой (Ἀχελῷος Soph.);
2) с быком впереди: β. ἑκατόμβη Plut. гекатомба из одного быка и 99 овец.

Middle Liddell

πρώιρα
with the face of an ox, Soph.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

βούπρῳρος -ον βοῦς, πρῷρα met het gezicht van een stier.