ἀντιπορεῖν
From LSJ
Περὶ τοῦ ἐπέκεινα τοῦ νοῦ κατὰ μὲν νόησιν πολλὰ λέγεται, θεωρεῖται δὲ ἀνοησίᾳ κρείττονι νοήσεως → On the subject of that which is beyond intellect, many statements are made on the basis of intellection, but it may be immediately cognised only by means of a non-intellection superior to intellection
English (LSJ)
aor. with no pres. in use, give instead, APl.5.341.
Spanish (DGE)
aor. sin pres. en uso dar a su vez ἵππους κρείσσονας ἀντιπορών AP 16.341.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντιπορεῖν: ἀόρ. ἄνευ ἐνεστ. ἐν χρήσει, παρέχω τι ἀντί τινος, καὶ ἵππους ἀντιπορὼν Ἀνθ. Πλαν. 341.
French (Bailly abrégé)
ao.2 sans prés.
donner à la place de.
Étymologie: ἀντί, ἔπορον.
Greek Monotonic
ἀντιπορεῖν: αόρ. βʹ με ενεστ. σε αχρηστία, δίνω αντί άλλου, σε Ανθ.