τίκτει γὰρ κόρος ὕβριν, ὅταν πολὺς ὄλβος ἕπηται ἀνθρώποις ὁπ̣όσοις μὴ νόος ἄρτιος ἦι → satiety breeds arrogance whenever men with unfit minds have great wealth
Full diacritics: ἔβλητο | Medium diacritics: ἔβλητο | Low diacritics: έβλητο | Capitals: ΕΒΛΗΤΟ |
Transliteration A: éblēto | Transliteration B: eblēto | Transliteration C: evlito | Beta Code: e)/blhto |
v. βάλλω. ἐβλόν· ἀπόπληκτον, Hsch.
v. βάλλω.
ἔβλητο: ἴδε τὸ ῥῆμα βάλλω.
3ᵉ sg. ao.2 Pass. épq. de βάλλω.
see βάλλω.
ἔβλητο: γʹ ενικ. Επικ. Παθ. αόρ. βʹ του βάλλω.