Τισιφόνη

From LSJ
Revision as of 19:40, 1 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")

Μακάριος, ὅστις ἔτυχε γενναίου φίλου → Generosa amicus mente , felicis bonum → Glückselig ist, wer einen edlen Freund gewinnt

Menander, Monostichoi, 357
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Τῑσῐφόνη Medium diacritics: Τισιφόνη Low diacritics: Τισιφόνη Capitals: ΤΙΣΙΦΟΝΗ
Transliteration A: Tisiphónē Transliteration B: Tisiphonē Transliteration C: Tisifoni Beta Code: *tisifo/nh

English (LSJ)

ἡ, (τίνω, φόνος) A Tisiphone, the Avenger of blood, one of the Erinyes, Orph.H.69.2, A.968, Apollod.1.1.4. 2 daughter of Alcmeonand Manto, E.ap.Apollod.3.7.7 (NauckTGFp.380). (Τεισιφόνη shd. prob. be read.)

French (Bailly abrégé)

ης (ἡ) :
Tisiphonè, l'une des trois Furies, vengeresses du meurtre.
Étymologie: τίω, φόνος.

Greek (Liddell-Scott)

Τῑσῐφόνη: ἡ, ἡ ἐκδικήτρια τῶν φόνων, μία τῶν Ἐρινύων, Ὀρφ. Ὕμν. 682, Ἀργ. 966.

Greek Monolingual

ἡ, Α
μία από τις ερινύες, η εκδικήτρια τών φόνων («ἐκ δὲ τῶν σταλαγμῶν τοῦ ῥέοντος αἵματος ἐρινύες ἐγένοντο, Ἀληκτώ, Τισιφόνη, Μέγαιρα», Απολλόδ.).
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < τίνω / τίσις «εκδίκηση» + -φόνη (< φόνος < θείνω «χτυπώ»)].

Russian (Dvoretsky)

Τῑσῑφόνη: ἡ Тисифона, «Мстительница за убийство» (старшая из трех Эриний-Эвменид) Plut., Luc.