προσαπολαμβάνω

From LSJ
Revision as of 08:35, 2 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")

Πολλῶν ὁ καιρὸς γίγνεται διδάσκαλος → Rebus magistra plurimis occasio → Zum Lehrer wird für viele die Gelegenheit

Menander, Monostichoi, 449
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προσαπολαμβάνω Medium diacritics: προσαπολαμβάνω Low diacritics: προσαπολαμβάνω Capitals: ΠΡΟΣΑΠΟΛΑΜΒΑΝΩ
Transliteration A: prosapolambánō Transliteration B: prosapolambanō Transliteration C: prosapolamvano Beta Code: prosapolamba/nw

English (LSJ)

A catch, take up as well, Hp.Art.11. II receive besides, dub. in Jul.Or.7.228b.

French (Bailly abrégé)

recevoir en outre.
Étymologie: πρός, ἀπολαμβάνω.

Greek (Liddell-Scott)

προσαπολαμβάνω: ἀπολαμβάνω, λαμβάνω προσέτι, Ἰουλιαν. 228Β, Αἴσωπ., κλπ.· ― ἐν Ἱππ. περὶ Ἄρθρ. 788, διορθωτέον, προσεπιλ-.

Greek Monolingual

Α ἀπολαμβάνω
1. συλλαμβάνω κάποιον ή κάτι ακόμη
2. πιθ. δέχομαι κάτι επιπροσθέτως.

Russian (Dvoretsky)

προσαπολαμβάνω: сверх того получать Aesop.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

προσ-απολαμβάνω erbij grijpen:. τοὺς... ἀδένας οὐ χρὴ προσαπολαμβάνειν men moet de klieren niet tegelijk meenemen (bij cauterisatie) Hp. Art. 11.