συνειδέναι
From LSJ
οὐδ' ἄμμε διακρινέει φιλότητος ἄλλο, πάρος θάνατόν γε μεμορμένον ἀμφικαλύψαι → nor will anything else divide us from our love before the fate of death enshrouds us (Apollonius of Rhodes, Argonautica 3.1129f.)
English (LSJ)
v. σύνοιδα.
French (Bailly abrégé)
inf. de σύνοιδα.
Greek (Liddell-Scott)
συνειδέναι: ἴδε σύνοιδα.
Greek Monotonic
συνειδέναι: απαρ. του σύνοιδα.
Russian (Dvoretsky)
συνειδέναι: inf. к σύνοιδα.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
συνειδέναι inf. van σύνοιδα.
Greek > English (Woodhouse Verbs Reversed)
(see also σύνοιδα): be accessory, be confederate, be implicated in, be in the plot, be in the secret, be privy to