ποπάνευμα
From LSJ
πατρὶς γάρ ἐστι πᾶσ' ἵν' ἂν πράττῃ τις εὖ → homeland is where life is good | homeland is where it is good | ubi bene, ibi patria
English (LSJ)
ατος, τό, = πόπανον (round cake), AP 6.231 (Phil.), cj. in Theoc. 26.7.
German (Pape)
[Seite 681] τό, wie von ποπανεύω, = πόπανον, Philp. 10 (VI, 231).
Russian (Dvoretsky)
ποπάνευμα: ατος (πᾰ) τό Anth. = πόπανον.
Greek (Liddell-Scott)
ποπάνευμα: τό, οἱονεὶ ἐκ ῥήμ. ποπᾰνεύω, = τῷ ἑπομ., Ἀνθ. Π. 6. 231.
Greek Monolingual
τὸ, Α
πόπανον.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πόπανον μέσω αμάρτυρου ρ. ποπανεύω].
Greek Monotonic
ποπάνευμα: -ατος, τό, όπως από ποπᾰνεύω = το επόμ., σε Ανθ.
Middle Liddell
ποπάνευμα, ατος, τό, [as if from ποπᾰνεύω] = πόπανον, Anth.]