ὡρολογητής

From LSJ
Revision as of 13:34, 16 October 2022 by Spiros (talk | contribs)

ἀκίνδυνοι δ' ἀρεταὶ οὔτε παρ' ἀνδράσιν οὔτ' ἐν ναυσὶ κοίλαις τίμιαι → but excellence without danger is honored neither among men nor in hollow ships

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὡρολογητής Medium diacritics: ὡρολογητής Low diacritics: ωρολογητής Capitals: ΩΡΟΛΟΓΗΤΗΣ
Transliteration A: hōrologētḗs Transliteration B: hōrologētēs Transliteration C: orologitis Beta Code: w(rologhth/s

English (LSJ)

οῦ, ὁ, one that tells of the Ὧραι (or possibly reaps profit from . .), λαβάργυρος ὡρολογητής, of Prodicus, who composed a speech entitled Ὧραι, Timo 18, cf. Eust.1349.10.

Greek (Liddell-Scott)

ὡρολογητής: -οῦ, ὁ, ὁ λέγων ἢ ὁμιλῶν μὲ τὴν ὥραν, λαβάργυρος ὡρ. Τίμων παρ’ Ἀθην. 406Ε, πρβλ. Εὐστ. 1349. 10.

German (Pape)

[Seite 1414] ὁ, der die Stunde sagt, bei Ath. IX, 406 d vom Prodicus, der ὧραι geschrieben.

Greek Monolingual

ὁ, Α
1. αγορητής αμειβόμενος με την ώρα
2. προσωνυμία του Προδίκου, επειδή συνέθεσε έναν λόγο με τον τίτλο Ὧραι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὥρα + -λογητής (< -λογῶ), πρβλ. ὁμο-λογητής].