ὑποφλέγω

From LSJ
Revision as of 16:45, 24 November 2022 by Spiros (talk | contribs) (pape replacement)

Ὁ αὐτὸς ἔφησε τὸν μὲν ὕπνον ὀλιγοχρόνιον θάνατον, τὸν δὲ θάνατον πολυχρόνιον ὕπνον → Plato said that sleep was a short-lived death but death was a long-lived sleep

Gnomologium Vaticanum, 446
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑποφλέγω Medium diacritics: ὑποφλέγω Low diacritics: υποφλέγω Capitals: ΥΠΟΦΛΕΓΩ
Transliteration A: hypophlégō Transliteration B: hypophlegō Transliteration C: ypoflego Beta Code: u(pofle/gw

English (LSJ)

heat from below, λαμπάδι ὕδωρ AP9.626 (Marian.).

French (Bailly abrégé)

I. tr. 1 allumer ou enflammer en dessous;
2 fig. brûler intérieurement;
II. intr. être brûlé intérieurement.
Étymologie: ὑπό, φλέγω.

Russian (Dvoretsky)

ὑποφλέγω: подогревать (λαμπάδι ὕδωρ Anth.).

Greek (Liddell-Scott)

ὑποφλέγω: θερμαίνω κάτωθεν, ὑποκάτω, ὕδωρ λαμπάδι Ἀνθ. Π. 9. 626· ― μεταφορ., ὑποφλέγεσθαι τὴν καρδίαν ἐπί τινι Ρήτορες (Walz) τ. 1, σ. 502.

Greek Monolingual

Α φλέγω
1. θερμαίνω βάζοντας φωτιά αποκάτω
2. μέσ. ὑποφλέγομαι
μτφ. καίγομαι σιγά σιγά («ὑποφλέγεσθαι τὴν καρδίαν ἐπί τινι», Ρητ.).

Greek Monotonic

ὑποφλέγω: μέλ. -ξω, θερμαίνω από κάτω, σε Ανθ.

Middle Liddell

fut. ξω
to heat from below, Anth.

German (Pape)

von unten, mit untergelegtem Feuer entzünden, allmälig, ein wenig entzünden, ὑποφλέξας λαμπάδι ὕδωρ Marian. 4 (IX.626).