οὐδοπωστιοῦν
From LSJ
νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖιν → godly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet
English (LSJ)
v. ὁπωσοῦν.
Russian (Dvoretsky)
οὐδοπωστιοῦν: adv., тж. οὐδ᾽ ὁπωστιοῦν ничуть, нисколько: οὐ. ἄν σοι ἑκὼν εἶναι πείσεται Plat. он и не подумает последовать тебе.
German (Pape)
auch nicht auf irgendeine Weise, nicht im mindesten, nicht im geringsten.