μαραθωνομάχος

From LSJ
Revision as of 17:10, 24 November 2022 by Spiros (talk | contribs) (pape replacement)

Ἔπαινον ἕξεις, ἂν κρατῇς, ὧν δεῖ κρατεῖν → Laus est, si, quibus est imperandum, tu imperes → Lob hast du, wenn du herrschst, worüber zu herrschen gilt

Menander, Monostichoi, 139
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μαραθωνομάχος Medium diacritics: μαραθωνομάχος Low diacritics: μαραθωνομάχος Capitals: ΜΑΡΑΘΩΝΟΜΑΧΟΣ
Transliteration A: marathōnomáchos Transliteration B: marathōnomachos Transliteration C: marathonomachos Beta Code: maraqwnoma/xos

English (LSJ)

ὁ, = Μαραθωνομάχης.

Greek Monolingual

ο (Α μαραθωνομάχος και μαραθωνομάχης)
1. πολεμιστής που μετείχε στη μάχη εναντίον τών Περσών στον Μαραθώνα
2. (παροιμιωδώς) γενναίος πολεμιστής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < Μαραθώνας + -μάχος (< μάχομαι)].

German (Pape)

ὁ, = μαραθωνομάχης.