καρτεραίχμης

From LSJ
Revision as of 13:47, 29 November 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(elnltext.*?\]) ([a-zA-Z' ]+)(\.)\n" to "$1 $2$3 ")

ὦ θάνατε, σωφρόνισμα τῶν ἀγνωμόνων → o death, chastener of the foolish | ο death, warning to the arrogant

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: καρτεραίχμης Medium diacritics: καρτεραίχμης Low diacritics: καρτεραίχμης Capitals: ΚΑΡΤΕΡΑΙΧΜΗΣ
Transliteration A: karteraíchmēs Transliteration B: karteraichmēs Transliteration C: karteraichmis Beta Code: karterai/xmhs

English (LSJ)

καρτερ-αύχην, v. κρατερ-.

German (Pape)

[Seite 1330] ὁ, = κρατεραίχμης, Herkules, Pind. I. 5, 35.

Greek (Liddell-Scott)

καρτεραίχμης: -αύχην, ἴδε ἐν λ. κρατεραίχμης, κρατεραύχην.

Greek Monolingual

καρτεραίχμης, ὁ (Α)
κρατεραίχμης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < καρτερός + -αίχμης (< αἰχμή)].

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

καρτεραίχμης -ου, ὁ [καρτερός, αἰχμή] krachtig met zijn lans.