τριακόντορος

From LSJ
Revision as of 11:35, 30 November 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(sc. " to "(''sc.'' ")

ἡ δὲ φύσις φεύγει τὸ ἄπειρον· τὸ μὲν γὰρ ἄπειρον ἀτελές, ἡ δὲ φύσις ἀεὶ ζητεῖ τέλοςnature, however, avoids what is infinite, because the infinite lacks completion and finality, whereas this is what Nature always seeks

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρῐᾱκόντορος Medium diacritics: τριακόντορος Low diacritics: τριακόντορος Capitals: ΤΡΙΑΚΟΝΤΟΡΟΣ
Transliteration A: triakóntoros Transliteration B: triakontoros Transliteration C: triakontoros Beta Code: triako/ntoros

English (LSJ)

(sc. ναῦς), ἡ, thirty-oared ship, Th.4.9, X.An.5.1.16, etc.; so written in IG22.1629.121,335 (iv B. C.); but τριακόντερος ib.12.23.4 (restd.), 22.1649.6 (iv B. C.), τριη- Hdt.4.148, 7.97: cf. πεντηκόντορος.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
à trente rangs de rames.
Étymologie: τριάκοντα, ἄρω.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

τριᾱκόντορος -ου, ἡ, Ion. τριηκόντερος [τριάκοντα] triakontor (schip met dertig roeibanken).

Russian (Dvoretsky)

τριᾱκόντορος: ион. τριηκόντερος ἡ (sc. ναῦς) тридцативесельный корабль Her., Thuc., Xen., Plat., Dem. etc.

Greek Monolingual

και τριακόντερος και ιων. τ. τριηκόντορος, ἡ, Α
πολεμικό πλοίο το οποίο μετακινούνταν με τριάντα κουπιά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τριάκοντα + -ορος / -ερος (<ἐρέτης «κωπηλάτης»), πρβλ. πεντηκόντ-ορος / -ερος].

Greek Monotonic

τριᾱκόντορος: (ενν. ναῦς), ἡ, πλοίο που έχει τριάντα κουπιά, σε Θουκ., Ξεν.· στον Ηρόδ. συναντάται ως τριηκόντερος.

Greek (Liddell-Scott)

τριᾱκόντορος: (ἐξυπακουομ. ναῦς), ἡ, πλοῖον ἔχον τριάκοντα κώπας, Θουκ. 4. 9, Ξεν. Ἀνάβ. 5. 1, 16, κλπ.· παρ’ Ἡροδ. φέρεται τριηκόντερος, 4. 148., 7. 97, πρβλ. πεντηκόντορος.

Middle Liddell


(sc. ναῦσ), a thirty-oared ship, Thuc., Xen.; in Hdt. written τριηκόντερος.,

English (Woodhouse)

a ship with thirty oars

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)

German (Pape)

[ᾱκ], = τριακοντήρης; Thuc. 4.9; Plat. Ep. VII.350b; Dem. und A.; Her. braucht dafür die ionische Form τριηκόντερος, 4.148, 7.97, 8.21.