ὀργιλότης
Ὥσπερ αὐτοῦ τοῦ ἡλίου μὴ ὄντος καυστικοῦ, ἀλλ' οὔσης ζωτικῆς καὶ ζωοποιοῦ θέρμης ἐν αὐτῷ καὶ ἀπλήκτου, ὁ ἀὴρ παθητικῶς δέχεται τὸ ἀπ' αὐτοῦ ϕῶς καὶ καυστικῶς· οὕτως οὖν ἁρμονίας οὔσης ἐν αὐτοῖς τινὸς καὶ ἑτέρου εἴδους ϕωνῆς ἡμεῖς παθητικῶς ἀκούομεν → Just as although the Sun itself does not cause burning but has a heat in it that is life-giving, life-engendering, and mild, the air receives light from it by being affected and burned, so also although there is a certain harmony and a different kind of voice in them, we hear it by being affected.
English (LSJ)
ητος, ἡ, irascibility, Arist.EN1108a7, Plu.2.443d.
German (Pape)
[Seite 370] ητος, ἡ, Geneigtheit zum Zorn, Jähzorn; Arist. Eth. 2, 7, der de virt. et vit. 6 dazu rechnet ἀκροχολία, πικρία, βαρυθυμία; Plut. de virt. moral. 4 u. a. Sp.
French (Bailly abrégé)
ότητος (ἡ) :
irascibilité.
Étymologie: ὀργίλος.
Russian (Dvoretsky)
ὀργῐλότης: ητος ἡ раздражительность, вспыльчивость Arst., Plut.
Greek (Liddell-Scott)
ὀργῐλότης: -ητος, ἡ, ἡ πρὸς ὀργὴν διάθεσις, Ἀριστ. Ἠθικ. Νικ. 2. 7, 10, Πλούτ. 2. 443D.
Greek Monotonic
ὀργῐλότης: -ητος, ἡ, ευερεθιστότητα, σε Αριστ.
Middle Liddell
ὀργῐλότης, ητος, ἡ,
irascibility, Arist.