τετράστοιχος

From LSJ
Revision as of 16:30, 11 May 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")

Ὑπὸ τῆς ἀνάγκης πολλὰ γίγνεται κακά → Ad multa cogit nos necessitas mala → Der Zwang der Not lässt vieles schlimme Leid geschehn

Menander, Monostichoi, 524
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τετράστοιχος Medium diacritics: τετράστοιχος Low diacritics: τετράστοιχος Capitals: ΤΕΤΡΑΣΤΟΙΧΟΣ
Transliteration A: tetrástoichos Transliteration B: tetrastoichos Transliteration C: tetrastoichos Beta Code: tetra/stoixos

English (LSJ)

ον, A in four rows, κριθαί ib.8.4.2. 2 τ. σῶμα alloy of four metals, Olymp.Alch.p.96 B. II τετράστοιχον, τό, four classes of ζῷα, Procl.in Cra.p.22 P.

German (Pape)

[Seite 1099] in vier Reihen, Philo u. a. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

τετράστοιχος: -ον, ὁ ἐκ τεσσάρων στοίχων ἢ σειρῶν, διῃρημένον κατὰ τὴν τετραστοιχίαν Θεοφρ. περὶ Φυτ. Ἱστ. 9. 4, 2.

Greek Monolingual

-η, -ο / τετράστοιχος, -ον, ΝΜΑ
αυτός που έχει τέσσερεις στοίχους ή τέσσερεις σειρές
μσν.
φρ. «τετράστοιχον σῶμα» — κράμα από τέσσερα μέταλλα
μσν.-αρχ.
αυτός αποτελείται από τέσσερα στοιχεία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + στοῖχος «σειρά, γραμμή» (πρβλ. τρίστοιχος)].