πωγωνοτροφία φιλόσοφoν οὐ ποιεῖ → a long beard does not make the philosopher
Full diacritics: τοξεύς | Medium diacritics: τοξεύς | Low diacritics: τοξεύς | Capitals: ΤΟΞΕΥΣ |
Transliteration A: toxeús | Transliteration B: toxeus | Transliteration C: tokseys | Beta Code: toceu/s |
έως, ὁ, bowman: only as pr.n. Bowman, Hes.Fr.110.4.
τοξεύς: έως, ὁ, τοξότης· μόνον ὡς κύρ. ὄνομα, Ἡσ. Ἀποσπ. 41, 4.
-έως, ὁ, Α
τοξότης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τόξον + κατάλ. -εύς (πρβλ. ἱππεύς)].