δωρίτης
ὁ ναύτης ὁ ἐν τῇ νηῒ μένων βούλεται τοὺς τέτταρας φίλους ἰδεῖν → the sailor staying on the ship wants to see his four friends
English (LSJ)
[ῑ] ἀγών, ὁ, game in which the conqueror received a present, Plu.2.820d.
Spanish (DGE)
-ου, ὁ
sc. ἀγών concurso en el que el vencedor recibe un regalo οὐκ ἀργυρίτην οὐδὲ δωρίτην ἀγῶνα Plu.2.820c, δωρῖται οἱ θέματα διδόντες Sch.Pi.O.8.101b, cf. 101a.
German (Pape)
[Seite 695] ἀγών, ein Wettkampf, wobei der Sieger ein Geschenk erhält, Plut. reip. ger. praec. 17.
French (Bailly abrégé)
ἀγών (ὁ) :
concours où le vainqueur recevait un présent.
Étymologie: δωρίζω.
Russian (Dvoretsky)
δωρίτης: (ῑ) сопровождаемый дарами: δ. ἀγών Plut. состязание, победитель которого награждался.
Greek (Liddell-Scott)
δωρίτης: ἀγών, ὁ, ἀγών, καθ’ ὃν ὁ νικῶν ἐλάμβανε δῶρον, Πλούτ. 2. 820C· πρβλ. ἀργυρίτης, στεφανίτης.
Greek Monolingual
(I)
δωρίτης, ο (Α)
(για αγώνα) αυτός στον οποίο παίρνει δώρο ο νικητής.
(II)
ο
ονομασία της πεταλούδας παρνάσσιος. η οποία είναι συνηθισμένη στα ελληνικά βουνά.