κοιλιτική
From LSJ
Ἀμήχανον δὲ παντὸς ἀνδρὸς ἐκμαθεῖν ψυχήν τε καὶ φρόνημα καὶ γνώμην πρὶν ἂν ἀρχαῖς τε καὶ νόμοισιν ἐντριβὴς φανῇ → It is impossible to know the spirit, thought, and mind of any man before he be versed in sovereignty and the laws
Ἀμήχανον δὲ παντὸς ἀνδρὸς ἐκμαθεῖν ψυχήν τε καὶ φρόνημα καὶ γνώμην πρὶν ἂν ἀρχαῖς τε καὶ νόμοισιν ἐντριβὴς φανῇ → It is impossible to know the spirit, thought, and mind of any man before he be versed in sovereignty and the laws
Full diacritics: κοιλῑτική | Medium diacritics: κοιλιτική | Low diacritics: κοιλιτική | Capitals: ΚΟΙΛΙΤΙΚΗ |
Transliteration A: koilitikḗ | Transliteration B: koilitikē | Transliteration C: koilitiki | Beta Code: koilitikh/ |
(sc. νόσος), ἡ, disease in the bowels, Cat.Cod.Astr.2.161.
κοιλιτική, ἡ (Α) κοιλία (Α)
(ενν. νόσος) ασθένεια της κοιλιάς, κοιλόπονος.
[ΕΤΥΜΟΛ. κοιλι-τική (ενν. νόσος) < κοιλία + κατάλ. -τική, θηλ. του -τικός ή ίσως μέσω ενός αμάρτυρου κοιλ-ίτης].