τετράμφορος
From LSJ
οὕτως ἐξ ἐχθρῶν αὐτοκτόνα πέμπετο δῶρα, ἐν χάριτος προφάσει μοῖραν ἔχοντα μόρου → thus mutual gifts that bring death were bestowed by enemies, gifts that brought the lot of death in the name of a favor
English (LSJ)
τετράμφορον, holding four amphorae, Sardis 7(1).17 (abbrev.).
Greek Monolingual
-ον, Α
αυτός που χωρά τέσσερεις αμφορείς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + ἀμφορεύς.