ἐν πίθῳ ἡ κεραμεία γιγνομένη → trying to run before you can walk, the potter's art starting on a big jar
Full diacritics: ψάλσις | Medium diacritics: ψάλσις | Low diacritics: ψάλσις | Capitals: ΨΑΛΣΙΣ |
Transliteration A: psálsis | Transliteration B: psalsis | Transliteration C: psalsis | Beta Code: ya/lsis |
-εως, ἡ, = ψαλμός, Philostr.VA6.10.
[Seite 1391] ἡ, = ψαλμός, Philostr.
ψάλσις: -εως, ἡ, = ψαλμός, Φιλόστρ. 238.
-εως, ἡ, Α ψάλλω
εκτέλεση εκκλησιαστικού, κυρίως, άσματος με τη συνοδεία έγχορδου οργάνου, ψαλμός.