ἀνάστροφος

From LSJ
Revision as of 18:50, 9 February 2024 by Spiros (talk | contribs)

Ἥδιστόν ἐστιν εὐτυχοῦντα νοῦν ἔχειν → Dulcissimum prudentia inter prospera → Erfreulich ist, wenn man im Glück Vernunft besitzt

Menander, Monostichoi, 207
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνάστροφος Medium diacritics: ἀνάστροφος Low diacritics: ανάστροφος Capitals: ΑΝΑΣΤΡΟΦΟΣ
Transliteration A: anástrophos Transliteration B: anastrophos Transliteration C: anastrofos Beta Code: a)na/strofos

English (LSJ)

ἀνάστροφον, = ἀναστρόφιος (inverse), Papp.828.17 (s.v.l.).

Spanish (DGE)

-ον
1 mat. recíproco Papp.828.17.
2 adv. ἀναστρόφως = inversamente, al revés Chrysipp.Stoic.2.71, Iambl.VP 118.

Greek Monolingual

-η, -ο (Α ἀνάστροφος, -ον) αναστρέφω
1. αντίστροφος, ανάποδος, αντίξοος
2. επίρρ. ανάστροφα
αντίστροφα, ανάποδα, παρά προσδοκία
3. το θηλ. ως ουσ. η ανάστροφη
ράπισμα με τη ράχη του χεριού, μπάτσος.