ἀντιπροπίνω
From LSJ
λέγεις, ἃ δὲ λέγεις ἕνεκα τοῦ λαβεῖν λέγεις → you speak, but you say what you say for the sake of gain (Menander, fr. 776)
English (LSJ)
[πῑ],
A drink in turn, αἷμα ἀλλήλοις J.BJ5.10.4. II present in return (cf. προπίνω 1.2), ἀοιδάς Dionys. Eleg.1; τὰ ὅμοια Ath.4.128a.
German (Pape)
[Seite 259] (s. πίνω), dagegen sich unter einander zutrinken, Ath. XV, 669 e, vgl. IV, 128 a.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντιπροπίνω: ἀνταποδίδω πρόποσιν, ἀντιπροέπινον δ’ ἀλλήλοις τὸ αἷμα τῶν δημοτῶν Ἰωσήπ. Ἰουδ. Π. 5.10, 4. ΙΙ. μεταφ. ἀντιδωροῦμαι, καὶ σὺ λαβὼν τόδε δῶρον ἀοιδὰς ἀντιπρόπιθι Διον. Ἐλεγ. 1. 4 Bgk.