ἰσχυρόψυχος
From LSJ
τέχνη δὲ ἄνευ ἀλκῆς οὐδὲν ὠφελεῖ (Thucydides 2.87.4.6) → η τέχνη απαιτεί κουράγιο, skill without heart is useless
English (LSJ)
ον,
A strong-souled, Hsch.s.v. λάσιον κῆρ.
German (Pape)
[Seite 1273] von starker Seele, Apoll. L. H. ἴφθιμος.
Greek (Liddell-Scott)
ἰσχῡρόψῡχος: -ον, ἔχων ἰσχυρὰν ψυχήν, Ἡσύχ. ἐν λ. ἰφθίμη.