ἀντιπροσαγορεύω
From LSJ
Βέβαιον οὐδέν ἐστιν ἐν θνητῷ βίῳ → Nihil, ut videtur, proprium in vita datur → Nichts Festes gibt's im Leben eines Sterblichen
English (LSJ)
A return salute, Plu. Crass.3 (in aor. -ευσα):— but in earlier Prose, aor. 2 ἀντιπροσεῖπον Thphr.Char.15.3:—Pass., ἀντιπροσερρήθην X.Mem.3.13.1.
German (Pape)
[Seite 259] dagegen anreden u. begrüßen, Plut. Crass. 3.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντιπροσᾰγορεύω: ἀνταποδίδω χαιρετισμόν, ἀντασπάζομαι, οὐδενὶ γὰρ οὕτως ἀπήντησε Ρωμαίων ἀδόξῳ καὶ ταπεινῷ Κράσσος, ὃν ἀσπασάμενον οὐκ ἀντιπροσηγόρευσεν ἐξ ὀνόματος Πλουτ. Κράσσ. 3: - ἀλλ’ ὁ Ἀττ. ἀόρ. εἶναι ἀντιπροσεῖπον Θεοφρ. Χαρ. 15· παθ. ἀντιπροσερρήθην Ξεν. Ἀπομ. 3.13, 1.
French (Bailly abrégé)
rendre un salut à, acc..
Étymologie: ἀντί, προσαγορεύω.