καταμφικαλύπτω

From LSJ
Revision as of 20:00, 9 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (Bailly1_3)

Ἤθους δικαίου φαῦλος οὐ ψαύει λόγος → Vox prava non pertingit ad mores bonos → Verkommne Rede rührt nicht an gerechte Art

Menander, Monostichoi, 214
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: καταμφικᾰλύπτω Medium diacritics: καταμφικαλύπτω Low diacritics: καταμφικαλύπτω Capitals: ΚΑΤΑΜΦΙΚΑΛΥΠΤΩ
Transliteration A: katamphikalýptō Transliteration B: katamphikalyptō Transliteration C: katamfikalypto Beta Code: katamfikalu/ptw

English (LSJ)

strengthd. for ἀμφικαλ-,

   A put all round, κεφαλῇ δὲ κατὰ ῥάκος ἀμφικαλύψας Od.14.349.

German (Pape)

[Seite 1364] = ἀμφικαλύπτω; als Tmesis rechnet man hierher Od. 14, 349 κεφαλῇ δὲ κατὰ ῥάκος ἀμφικαλύψας.

Greek (Liddell-Scott)

καταμφικαλύπτω: ἐπιτεταμ. ἀντὶ τοῦ ἀμφικαλ-, περιθέτω, περιβάλλω ὡς κάλυμμα (ἡ κατὰ ἐν τμήσει), κεφαλῇ δὲ κατὰ ῥάκος ἀμφικαλύψας Ὀδ. Ξ. 349.

French (Bailly abrégé)

recouvrir complètement.
Étymologie: κατά, ἀμφικαλύπτω.