προτακτικός

From LSJ
Revision as of 20:08, 9 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (Bailly1_4)

Οὐκ ἔστι σιγᾶν αἰσχρόν, ἀλλ' εἰκῆ λαλεῖν → Silere non est turpe, sed frustra loqui → nicht Schweigen schändet, sondern Schwätzen auf gut Glück

Menander, Monostichoi, 417
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προτακτικός Medium diacritics: προτακτικός Low diacritics: προτακτικός Capitals: ΠΡΟΤΑΚΤΙΚΟΣ
Transliteration A: protaktikós Transliteration B: protaktikos Transliteration C: protaktikos Beta Code: protaktiko/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A used as prefix, φωνήεντα D.T.631.7; στοιχεῖα, συλλαβή, A.D.Synt.7.5,7; σύνδεσμος, opp. ὑποτακτικός, ib.306.6; ἄρθρον π. the prepositive article, ὁ, ἡ, τό, Trypho ap.eund. Synt.306.15; π. θέσις A.D.Adv.180.7. Adv. προ-κῶς, opp. ὑποτακτικῶς, Id.Synt.227.15, cf.Syrian.in Metaph.164.22.

German (Pape)

[Seite 790] ή, όν, vorausstellend, voranzusetzen, Sp.; ἄρθρον προτακτικόν, bei den Gramm., articulus praepositivus, ὁ, ἡ, τό.

Greek (Liddell-Scott)

προτακτικός: -ή, -όν, ὁ προτασσόμενος, φωνήεντα (α, ε, η, ο, ω), διότι ἀποτελοῦσι τὸ πρῶτον γράμμα τῶν διφθόγγων, Διον. Θρᾷξ 631. 6· ἄρθρον προτ., τὸ προτασσόμενον ἄρθρον ὁ, ἡ, τό, Ἀπολλών. π. Συντάξ. σ. 301. ― Ἐπίρρ. προτακτικῶς Ἀπολλ. Δ. Συντ. 227. 15.

French (Bailly abrégé)

ή, ον :
qu’on place devant ; t. de gramm. τὸ προτακτικὸν ἄρθρον l’article antéposé, càd l’article défini ὁ, ἡ, τό.
Étymologie: προτάσσω.