ἀποτηλοῦ
From LSJ
Ὁ μὲν βίος βραχύς, ἡ δὲ τέχνη μακρή, ὁ δὲ καιρὸς ὀξύς, ἡ δὲ πεῖρα σφαλερή, ἡ δὲ κρίσις χαλεπή → Life is short, art long, opportunity fleeting, experience misleading and judgment difficult
English (LSJ)
= foreg., Od.9.117, A.R.4.1092, etc.
German (Pape)
[Seite 330] in der Ferne, Od. 9, 117 u. Sp., z. B. Ap. Rh. 2. 192.
Greek (Liddell-Scott)
ἀποτηλοῦ: ἐπίρρ., πόρρω μακράν, οὔτε σχεδὸν οὔτ’ ἀποτηλοῦ Ὀδ. Ι.117, Ἀπολλ. Ρόδ. Δ.1092, κτλ., γράφεται δὲ καὶ διῃρημένως: - ὡσαύτως ἀποτηλόθι Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 728.
French (Bailly abrégé)
adv.
au loin.
Étymologie: ἀπό, τηλοῦ.