Κολωναί
From LSJ
English (LSJ)
ἡ, = Κολωνός ΙΙ, Call.Fr.428.
French (Bailly abrégé)
ῶν (αἱ) :
Kolonæ :
1 ville de Troade;
2 dème attique de la tribu Léontide.
Étymologie: κολώνη.
Russian (Dvoretsky)
Κολωναί: αἱ Колоны (город в юго-вост. Троаде) Thuc., Xen.
Greek (Liddell-Scott)
Κολωναί: -αἱ, = Κολωνὸς ΙΙ, Καλλ. παρὰ τῷ Σχολ. εἰς Ἰλ. Ξ. 199 (γεν. Κολωνάων, Σουΐδ. ἐν λέξ.)
Greek Monolingual
Κολωναί, αἱ (Α)
ο δήμος της Αττικής Κολωνός.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Μεταπλασμένος τ. της λ. Κολωνός, με αλλαγή αριθμού και γένους].