Πόκιος

From LSJ

λόγῳ ἀναλίσκω τὸν χρόνον τῆς ἡμέρας → waste the day in idle talk, consume the duration of the day with talk

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Πόκιος Medium diacritics: Πόκιος Low diacritics: Πόκιος Capitals: ΠΟΚΙΟΣ
Transliteration A: Pókios Transliteration B: Pokios Transliteration C: Pokios Beta Code: *po/kios

English (LSJ)

ὁ, name of a month in Locris, GDI2019, al.

Greek (Liddell-Scott)

Πόκιος: ὁ, ὄνομα Λοκρικοῦ μηνός, Ἀνέκδ. Δελφ. 3.

Greek Monolingual

ὁ, Α
ονομασία μήνα στη Λοκρίδα.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < πόκαι (βλ. λ. πόκος) + επίθημα -ιος (πρβλ. Βάκχιος)].