Ωγυγία

From LSJ

ὥστε πλείους ἢ χιλίας ἱεροδούλους ἐκέκτητο ἑταίρας → it owned more than a thousand temple-slaves, courtesans

Source

Greek Monolingual

η / Ὠγυγία, ΝΑ, και Ὠγυλίη και Ὠγυγίη, Α
1. μυθ. μυθικό νησί της Μεσογείου, στο οποίο κατοικούσε η Καλυψώ
2. αρχαία ονομασία της Αιγύπτου, της Αττικής και της Βοιωτίας.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Άγνωστης ετυμολ.].