έκδοχο

From LSJ

τὴν πολιὴν καλέω Νέμεσιν πόθου, ὅττι δικάζει ἔννομα ταῖς σοβαραῖς θᾶσσον ἐπερχομένη → I call gray hairs the Nemesis of love, because they judge justly, coming sooner to the proud

Source

Greek Monolingual

το
θεραπευτικά αδρανής ουσία στην οποία ενσωματώνεται ένα φάρμακο σε ορισμένη αναλογία (π.χ. το βούτυρο του κακάου αποτελεί το συνηθισμένο έκδοχο τών υποθέτων).