Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

αβίαστος

From LSJ

Λύπης ἰατρός ἐστιν ἀνθρώποις λόγος – For men reason is a healer of grief – Für Menschen ist der Trauer Arzt allein das WortMaeroris unica medicina oratio.

Menander, Sententiae, 452

Greek Monolingual

-η, -ο (Α ἀβίαστος, -ον) βιάζω
1. αυτός που δεν έχει υποστεί ή που δεν είναι δυνατόν να υποστεί εξαναγκασμό, βία
2. εκούσιος, θεληματικός
3. απροσποίητος, φυσικός
νεοελλ.
(για πρόσωπα) αυτός που δεν έχει υποστεί βιασμό.