δέξηται, δέχονται, ύπεδέξατο, προσδέχεται → should receive, receive, received, receives
η (Α ἀνάλωσις) ἀναλίσκω1. δαπάνη, έξοδο, κατανάλωση2. καταστροφή, φθορά, απώλεια.