γράμματα στικτὰ οὐ ποιήσετε ἐν ὑμῖν· ἐγώ εἰμι κύριος ὁ θεὸς ὑμῶν → you shall not make tattooed signs on yourselves; I am your Lord God
(Α ἀπαλείφω)1. εξαλείφω, σβήνω, διαγράφω2. καταργώ, ακυρώνω κάτιαρχ.1. σβήνω, διαγράφω κάτι από επίσημο κατάλογο2. απαλλάσσω3. αφαιρώ κρυφά, σφετερίζομαι μέρος από τις καταθέσεις.