απουρώ

From LSJ

τίς γὰρ ἁδονᾶς ἄτερ θνατῶν βίος ποθεινὸς ἢ ποία τυραννίς; τᾶς ἄτερ οὐδὲ θεῶν ζηλωτὸς αἰών → What human life is desirable without pleasure, or what lordly power? Without it not even the life of the gods is enviable.

Source

Greek Monolingual

(I)
ἀπουρῶ (-έω) (Α)
αποβάλλω κατά την ούρηση.
(II)
ἀπουρῶ (-όω) (Α) ούρος
έχω αντίθετο άνεμο, όχι ούριο.