αποφθέγγομαι

From LSJ

πᾶσα σοφία παρὰ Κυρίου καὶ μετ᾿ αὐτοῦ ἐστιν εἰς τὸν αἰῶνα → all wisdom comes from the Lord, she is with him for ever

Source

Greek Monolingual

(AM ἀποφθέγγομαι)
εκφέρω τη γνώμη μου απροκάλυπτα με παρρησία
αρχ.
1. λέω απόφθεγμα, αποφαίνομαι
2. (για αγγεία) ηχώ, καμπανίζω.