Νόμιζε σαυτῷ τοὺς γονεῖς εἶναι θεούς → Tu tibi parentes alteros credas deos → Bedünke, dass dir deine Eltern Götter sind
και βράχνα, η
τραχύτητα, αλλοίωση της διαύγειας της φωνής, η οποία προέρχεται από ψύξη ή άλλη πάθηση των φωνητικών οργάνων.
[ΕΤΥΜΟΛ. βραχνάδα < βραχνός
βράχνα < βραχνιάζω].