γαλακτοπώλης

From LSJ

Σοφοῖς ὁμιλῶν καὐτὸς ἐκβήσῃ σοφός → Dat sapere consors vita cum sapientibus → Der Umgang macht mit Weisen weise dich auch selbst

Menander, Monostichoi, 475
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: γᾰλακτοπώλης Medium diacritics: γαλακτοπώλης Low diacritics: γαλακτοπώλης Capitals: ΓΑΛΑΚΤΟΠΩΛΗΣ
Transliteration A: galaktopṓlēs Transliteration B: galaktopōlēs Transliteration C: galaktopolis Beta Code: galaktopw/lhs

English (LSJ)

γαλακτοπώλου, ὁ, milkseller, Glossaria.

Spanish (DGE)

-ου, ὁ vendedor de leche, lechero, Gloss.2.261.

Greek Monolingual

ο (Μ γαλακτοπώλης)
εκείνος που πουλάει ή διανέμει στα σπίτια το γάλα και τα προϊόντα του.