δακρυότιμος
From LSJ
ἀλλὰ διὰ τῆς ἀγάπης δουλεύετε ἀλλήλοις. ὁ γὰρ πᾶς νόμος ἐν ἑνὶ λόγῳ πεπλήρωται, ἐν τῷ Ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν → but be enslaved to each other through love; for the whole Torah is fulfilled in one statement: You will love your neighbor as yourself (Galatians 5:13f.)
English (LSJ)
δακρυότιμον, honoured with tears, Orph.H.56.6.
Spanish (DGE)
(δακρυότῑμος) -ον honrado con lágrimas de Adonis, Orph.H.56.6.
German (Pape)
[Seite 519] durch Thränen geehrt, Orph. H. 55, 6.
Greek (Liddell-Scott)
δακρυότῑμος: -ον, ὁ τιμώμενος διὰ δακρύων, Ὀρφ. Ὕμν. 55. 6.
Greek Monolingual
δακρυότιμος, -ον (Α)
εκείνος του οποίου τον θάνατο τιμούν με δάκρυα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δάκρυ(ον) + τιμή.