διακανονίζω

From LSJ

τὸν πυλῶνα καὶ τὸ ἐν αὐτῷ ἐμπέτασμα → the parodos gateway with its curtain

Source

Greek Monolingual

ρυθμίζω, διευθετώ, τακτοποιώ.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. μαρτυρείται από το 1887 στην εφημερίδα Ακρόπολις].