διού

From LSJ

Τὸν αὐτὸν αἰνεῖν καὶ ψέγειν ἀνδρὸς κακοῦ → Hominis mali est culpare, quem laudaverit → Den selben lobt und tadelt nur ein schlechter Mann

Menander, Monostichoi, 506
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διού Medium diacritics: διού Low diacritics: διου Capitals: ΔΙΟΥ
Transliteration A: dioú Transliteration B: diou Transliteration C: diou Beta Code: diou/

English (LSJ)

Boeot., = δύο, IG7.3193.

Spanish (DGE)

v. δύω.

Greek Monolingual

διού)
1. επειδή, διότι
2. γι' αυτό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δι (α+ γεν. ου του ουδ. της αναφορ. αντωνυμ. ος].